Το φυτό Κορίανδρον το ήμερον είναι ιθαγενής σε περιοχές που εκτείνονται από τη Νότια Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική ως τη Νοτιοδυτική Ασία. Όλα τα μέρη του φυτού είναι βρώσιμα, αλλά τα φρέσκα φύλλα και οι αποξηραμένοι σπόροι είναι τα μέρη τα οποία παραδοσιακά χρησιμοποιούνται στο μαγείρεμα. Η λέξη κόλιανδρο στην παρασκευή τροφίμων, μπορεί να αναφέρεται αποκλειστικά σε αυτούς τους σπόρους (ως μπαχαρικό), παρά στο φυτό. Οι σπόροι όταν συνθλιβούν έχουν μια λεμονάτη γεύση εσπεριδοειδούς, λόγω των τερπενίων, της λιναλοόλης και του πινένιου. Έχει χαρακτηριστεί ως θερμό, πικάντικο και με γεύση πορτοκαλιού. Από τα πιο σημαντικά οφέλη του κόλιανδρου είναι η ικανότητά του να καταπολεμά τα υψηλά επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα, αφού διαθέτει πολυφαινολικά αντιοξειδωτικά φλαβονοειδή όπως η κουερσετίνη, η καμφερόλη, η ρομενίνη και η επινεφρίνη. Μειώνει τα επίπεδα σακχάρου, αποτρέπει το οξειδωτικό στρες, προστατεύει από τις τροφικές δηλητηριάσεις και τις λοιμώξεις του ουροποιητικού.Σπόροι κόλιανδρου χρησιμοποιούνται στη ζυθοποιία, σε ορισμένες μορφές μπύρας, ιδιαίτερα ορισμένες βελγικές μπύρες σιταριού, με φλούδα πορτοκαλιού, για να προστεθεί μια νότα εσπεριδοειδούς.Το κόλιανδρο, χρησιμοποιείται επίσης στο παστράμι και στο στο ψωμί σίκαλης.